Τα υδατικά ζητήματα της Θεσσαλίας - Μια συνοπτική αναφορά στην πολιτική της σημερινής κυβέρνησης.

Διανύουμε πλέον τον τέταρτο χρόνο διακυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και στην κοινή γνώμη διαμορφώνεται μια ολοκληρωμένη εικόνα για τις πολιτικές προθέσεις της κυβέρνησης τις προσδοκίες που μπορούμε να έχουμε σε ότι αφορά τα κρίσιμα περιβαλλοντικά θέματα της περιοχής μας, τις προοπτικές για έργα και δράσεις που συνδέονται με τα υδατικά και ενεργειακά προβλήματα της Θεσσαλίας και την αποτελεσματικότητα των όποιων προσπαθειών για την ορθολογική Διαχείριση των υδάτων στην περιοχή μας.  Ανακοινώσεις σαν αυτή του κ. Αναπληρωτή Υπουργού κ. Φάμελλου (με αφορμή την Παγκόσμια ημέρα νερού 2018) μας επιτρέπουν την διατύπωση κάποιων κριτικών παρατηρήσεων και απόψεων (ειδικά για την ολοκλήρωση των έργων Άνω Αχελώου), καθώς και την ανάλυση της επικοινωνιακής τακτικής της Κυβέρνησης για τα υδατικά θέματα και έργα.

Ως γνωστόν, με την ανάληψη των καθηκόντων της (Ιανουάριος 2015) η νέα κυβέρνηση παρέλαβε στη Θεσσαλία ένα «πακέτο» μεγάλων τεχνικών έργων επί του Άνω Αχελώου, ημιτελών ή σχεδόν ολοκληρωμένων, τα οποία όμως έως το 2014 βρίσκονταν σε ακινησία. 

Πρόκειται για το ΥΗ έργο Μεσοχώρας, το φράγμα Συκιάς και την σήραγγα μεταφοράς Πευκοφύτου. Όμως, ένα χρόνο πριν την ανάληψη των καθηκόντων της είχε εκδοθεί η απόφαση 26/2014 του ΣτΕ, η οποία καθόριζε τις προϋποθέσεις για την εκ νέου αδειοδότηση των προαναφερθέντων έργων. Επίσης, από τον Σεπτέμβριο του 2014 η Θεσσαλία απέκτησε για πρώτη φορά στην ιστορία της, ένα θεσμοθετημένο Σχέδιο Διαχείρισης των Υδάτων, κάτι που για το ΣτΕ αποτελούσε μια ακόμη αναγκαία προϋπόθεση για την συνέχιση των έργων Αχελώου.

Από εκεί και στο εξής, σε ότι αφορά στα έργα που προαναφέραμε, μόνο η Μεσοχώρα, με πρωτοβουλία της ΔΕΗ, προχώρησε στην περιβαλλοντική της αδειοδότηση, την οποία ενέκρινε το ΥΠΕΝ (2017). Σε ότι αφορά όμως στα υπόλοιπα δύο έργα (Συκιά και σήραγγα Πευκοφύτου), με την εμπειρία που έχουμε από τις προοπτικές της σημερινής κυβέρνησης τα τελευταία τρία χρόνια και τις δημόσια εκφρασμένες αντιφατικές δηλώσεις των στελεχών της, υπάρχει πλέον η βεβαιότητα ότι (η κυβέρνηση) ακολουθεί μια παρελκυστική τακτική, δεν προτίθεται να προχωρήσει στην περιβαλλοντική αδειοδότηση των δύο αυτών έργων και περιορίζεται σε υποσχέσεις ή δηλώσεις στελεχών και φίλων της υπέρ της ολοκλήρωσης των έργων (Δραγασάκης, Σπίρτζης, Βράντζα, Δήμαρχος Λαρισαίων κ.α.), οι οποίοι τοποθετούνται – σωστά κατά την άποψή μας – με γνώμονα το τι οφείλει να πράξει η Κυβέρνηση, άσχετα εάν συμφωνούν ή όχι με την μελλοντική μεταφορά των υδάτων για αρδεύσεις στον κάμπο. Αντίθετα, άλλα στελέχη της αλλά και οι συνοδοιπόροι τους «οικολόγοι» τοποθετούνται αρνητικά σε οποιαδήποτε προοπτική συνέχισης των εγκαταλελειμμένων έργων χωρίς όμως να διευκρινίζουν τι ακριβώς προτείνουν για την τύχη τους. Στην πραγματικότητα έχουν στη σκέψη τους την Κατεδάφιση των έργων αλλά διστάζουν, για προφανείς λόγους, να τοποθετηθούν ανοικτά.

Μπροστά σε αυτήν την αντιφατική κατάσταση, η κυβέρνηση επιλέγει μια συνδυασμένη επικοινωνιακή τακτική ως εξής : Από την μια δίνονται καθησυχαστικές υποσχέσεις, όπως για παράδειγμα εκείνη του κου Πρωθυπουργού τον Οκτώβριο του 2017 στη Λάρισα, ότι θα «εξεταστεί» η υδροηλεκτρική αξιοποίηση της Συκιάς, κάτι για το οποίο δεν υπήρξε καμία συνέχεια και κανείς στην Κυβέρνηση δεν ασχολείται ή άλλες παρόμοιες δηλώσεις του Υπουργού κ. Σπίρτζη (στη Βουλή, στην Καρδίτσα και αλλού). Από την άλλη, άλλα στελέχη αναζητούν λογικοφανή ερείσματα για την μη συνέχιση των έργων, επικαλούμενοι μάλιστα ανακριβή στοιχεία, όπως π.χ. την «απαγόρευση» της ΕΕ και του ΣτΕ για την συνέχιση των έργων.

Σε κάθε περίπτωση, εφόσον δεν πιέζεται για κάτι τέτοιο, η κυβέρνηση αποκλείει μια συνολική συζήτηση στη Βουλή, αντιλαμβανόμενη ότι δεν υπάρχει πλειοψηφική άποψη για την κατεδάφιση ή την καθοιονδήποτε τρόπο ακύρωση των εγκαταλελειμμένων έργων. Έτσι αρκέστηκε, μετά από πολλές πιέσεις των υπηρεσιών του Υπουργείου Υποδομών και εγκρίνει ένα ποσό (ΣΑΕ) 18 εκατ. ευρώ για τις αναγκαίες συντηρήσεις, κάτι που είναι άγνωστο εάν και ποτέ τελικά θα εκταμιευτεί.

Πολλά κόμματα της αντιπολίτευσης, η Περιφέρεια Θεσσαλίας, η ΠΕΔ και άλλες θεσσαλικές οργανώσεις έχουν καλέσει την Κυβέρνηση να εγκαταλείψει αυτήν την τακτική. Με ανακοινώσεις τους την προτρέπουν να ενεργοποιήσει την αδειοδότηση των έργων και την δρομολόγηση υλοποίησής τους. Και όπως επανειλημμένα έχει δηλωθεί ο ταμιευτήρας Συκιάς προσφέρει την δυνατότητα αφενός του αναγκαίου αποθέματος υδάτων για περιπτώσεις ξηρασίας, αφετέρου της παραγωγής ενέργειας.

Η εκτίμησή μας είναι ότι η κυβέρνηση, παρά το γεγονός ότι δεν πράττει αυτό που είναι λογικό και πολιτικά ηθικό (ολοκλήρωση των έργων που της παρέδωσαν οι προηγούμενοι που η μεγάλη πλειοψηφία λαού και κομμάτων τα εγκρίνουν), εκτιμά ότι δεν θα έχει αναλογικά σημαντικό πολιτικό κόστος. Άλλωστε η δύσκολη οικονομική συγκυρία που βιώνουν οι πολίτες και οι πρόσφατες γεωπολιτικές εξελίξεις (Κυπριακή ΑΟΖ, Τουρκία, Σκόπια κ.α.), εμποδίζουν μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης να συνειδητοποιήσει την βλάβη των συμφερόντων της Θεσσαλίας, που επιφέρει η Κυβερνητική απραξία και τους αποτρέπει - όπως επίμονα ζητούν οι Θεσσαλοί εκπρόσωποι - να απαιτήσουν μαχητικά την ολοκλήρωση των έργων. Η πρόβλεψή μας μάλιστα είναι ότι την τακτική αυτή θα ακολουθήσει η κυβέρνηση, πλην απροόπτου, έως τις επόμενες εκλογές.

Κλείνοντας θα επαναλάβουμε την άποψή μας αλλά και εκφρασμένη θέση των θεσσαλικών συνεργαζόμενων οργανώσεων (ΠΕΔ, ΤΕΕ/ΚΔΘ, ΓΕΩΤΕΕ/ΚΕ κλπ) ότι η μεταφορά ενός μέρους των υδάτων του Άνω Αχελώου στη Θεσσαλία για την άρδευση γεωργικών εκτάσεων αποτελεί μια μελλοντική επιλογή που ανήκει στις επόμενες γενιές, όταν και εφόσον ολοκληρωθούν τα έργα ταμίευσης στη Συκιά και η  σήραγγα Πευκοφύτου.  Η πρόβλεψή  μας είναι ότι η οριστική εξάλειψη του καταστροφικού υδατικού ελλείμματος στη Θεσσαλία θα γίνει στο μέλλον με «δανεικά» νερά από τον Αχελώο.  Παρόλα αυτά, στην παρούσα φάση, θεωρούμε ότι χρέος της κυβέρνησης αλλά και όλων μας αποτελεί η ολοκλήρωση των ημιτελών έργων, η παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας από αυτά και φυσικά η ανάταξη των οικοσυστημάτων το ταχύτερο δυνατό.