«Προδιαγεγραμμένη η κατάρρευση των δοκιμαζόμενων υδατικών οικοσυστημάτων της Θεσσαλίας χωρίς ενίσχυση από τον Αχελώο» - (Κώστας Γκούμας)*

Με αφορμή την πρόσφατη σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε με πρωτοβουλία του Περιφερειάρχη Θεσσαλίας κ. Δ. Κουρέτα (ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ,13/8/2024) για την λειψυδρία – ξηρασία, ήρθε και πάλι στην επικαιρότητα – μεταξύ άλλων – και το θέμα των έργων Αχελώου και ειδικότερα τα ημιτελή και εγκαταλειμμένα (ήδη  από το 2010)  έργα πολλαπλού σκοπού στη Συκιά (φράγμα - ταμιευτήρας Συκιάς και  σήραγγα μεταφοράς νερού προς την Θεσσαλία Πετρωτού ‐ Δρακότρυπας).

Τα Υδροηλεκτρικά έργα  (ΥΗΕ) του Άνω Αχελώου (Μεσοχώρα, Συκιά, σήραγγα) μας είχαν απασχολήσει κατά το παρελθόν όταν ξεκίνησαν (τις 10ετίες ΄80, ’90), αλλά και αργότερα όταν κατά τις περιόδους κατασκευής τους (1996-2010), αναδείχθηκαν πολλές και αντικρουόμενες απόψεις - επιχειρήματα για την σημασία, τον αναπτυξιακό χαρακτήρα και τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον.

Δεν πρέπει όμως να παραβλέψουμε το γεγονός ότι ο σχεδιασμός υλοποίησης των έργων Αχελώου, ως κεντρική πολιτική επιλογή, υποστηρίχθηκε διαχρονικά από ευρύτατες πλειοψηφίες σε όλα τα επίπεδα της Αυτοδιοίκησης, του ΤΕΕ, του ΓΕΩΤΕΕ, των αγροτικών και συνεταιριστικών φορέων και φυσικά των κομμάτων της Ελληνικής Βουλής.

Αυτοί άλλωστε οι συσχετισμοί διαμόρφωσαν εντός και εκτός της Βουλής μια εκπληκτική και σπάνια για τα ελληνικά δεδομένα συσπείρωση γύρω από ένα συγκεκριμένο στόχο.

Να διευκρινίσω εξ αρχής ότι το ΥΗΕ Μεσοχώρας - ένα από τα κυριότερα ΥΗΕ έργα του Αχελώου - είναι αμιγώς υδροενεργειακό, δεν συνδέεται με την μεταφορά νερού από τον Αχελώο (όπως έχει αποφανθεί τελεσίδικα μετά από πολλά πισωγυρίσματα και παλινωδίες το ΣτΕ) και είναι σχεδόν ολοκληρωμένο, με δρομολογημένες πλέον όλες τις διαδικασίες αδειοδότησης και λειτουργίας του τα επόμενα χρόνια.

Τα άλλα δύο έργα όμως (Συκιά, σήραγγα), έχουν συνδεθεί και με την προοπτική ενίσχυσης της θεσσαλικής πεδιάδας (και των υδατικών οικοσυστημάτων της) με νερά του Αχελώου, που δοκιμάζεται συχνά από έντονα φαινόμενα ξηρασίας – λειψυδρίας, όπως αυτή που βιώνει η περιοχή μας και φέτος (με τις συνεχιζόμενες και ιδιαίτερα υψηλές θερμοκρασίες).

Κοινή είναι πλέον η διαπίστωση – συνειδητοποίηση, από όλους σχεδόν τους φορείς της Θεσσαλίας, ότι η μοναδική αξιόπιστη «αποθήκη» νερού στη Θεσσαλία ΣΗΜΕΡΑ, για την αντιμετώπιση συνθηκών ξηρασίας – λειψυδρίας (που επιτείνει η κλιματική κρίση), είναι η λίμνη Ν. Πλαστήρα –Ταυρωπού.

Εδώ και 10ετίες, το εμβληματικό αυτό πολλαπλού σκοπού έργο (η πρώτη μεταφορά νερού από την λεκάνη του Αχελώου), εκτός της συνεισφοράς του σε πολλούς τομείς (ενέργεια, ύδρευση, άρδευση, τουρισμός), ταυτόχρονα συμβάλλει επικουρικά στην άρδευση των εκτός περιμέτρου ΤΟΕΒ Ταυρωπού εκτάσεων της Καρδίτσας, πολλών παραπήνειων αρδευόμενων καλλιεργειών (από το Κεραμίδι μέχρι και την Πηνειάδα – Κουτσόχειρο) και του ΤΟΕΒ Πηνειού στην περιοχή της Λάρισας και «σώζει»  κυριολεκτικά το δοκιμαζόμενο (τους κρίσιμους θερινούς μήνες) οικοσύστημα του Πηνειού.

Πολύ φοβάμαι (και προσωπικά το έχω επισημάνει εδώ και χρόνια) ότι εάν δεν υπήρχε η ενίσχυση με αυτά τα νερά (συχνά μέσα από δυσκολίες και πολλά εμπόδια), τότε θα είχε συμβεί ήδη αυτό που πολλοί απευχόμαστε για το αμέσως προσεχές μέλλον, ότι δηλαδή χωρίς ενίσχυση με νερά από τον Αχελώο, ο Πηνειός θα καταστεί ένα «νεκρό» και μη συνεχούς ροής ποτάμι – βόθρος λυμάτων, κάτι που θα θέσει σε διακινδύνευση ένα άλλο τεχνητό οικοσύστημα, σημαντικής περιβαλλοντικής – οικολογικής αξίας, τον Ταμιευτήρα Κάρλας (που τροφοδοτείται κυρίως από τον Πηνειό), χωρίς να αναφερθώ στις επιπτώσεις για τις αρδεύσεις όλων των παραπάνω εκτάσεων. 

Αυτός είναι και ένας από τους λόγους της σημερινής παρέμβασής μου, σε συνδυασμό με την απραξία (ένα σχεδόν χρόνο μετά από τις τραγικές επιπτώσεις των πλημμυρών του 2023 – Daniel και Elias) που παρατηρείται από κυβερνητικής πλευράς στο θέμα της ανασυγκρότησης της Θεσσαλίας. Ανασυγκρότηση που προϋποθέτει την υιοθέτηση ενός συγκεκριμένου Εφαρμοστικού Σχεδίου  αποκατάστασης των εκτεταμένων ζημιών στις υποδομές και υλοποίησης των αναγκαίων υδατικών έργων που θα εξασφαλίσουν συνθήκες ασφάλειας στους Θεσσαλούς, από μελλοντικά πλημμυρικά φαινόμενα και από την επαναλαμβανόμενη, κατά περιόδους, ξηρασία – λειψυδρία.

Δύο, επίσης αξιοσημείωτες (θα έλεγα ίσως και ενθαρρυντικές) πρόσφατες εξελίξεις, είναι η έγκριση (ΦΕΚ ΤΑ 83/12-6-2024) της 2ης Αναθεώρησης του Σχεδίου Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών (ΣΔΛΑΠ) του ΥΔ Θεσσαλίας, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται τα μέτρα – έργα για την κάλυψη του υδατικού ελλείματος της θεσσαλικής πεδιάδας (με την μεταφορά 250 εκατ. κ. μ. νερού από τον Αχελώο) και οι πληροφορίες που δημοσιεύονται σε ΜΜΕ (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 12/8/2024) για το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για το Κλίμα (ΕΣΕΚ), όπου προβλέπεται ότι τα επόμενα χρόνια, θα αυξηθεί  η ισχύς των υδροηλεκτρικών (μεταξύ των οποίων προσδοκούμε και την Συκιά) και τα αντλησιοταμευτικά.

Παρότι ο επιστημονικός διάλογος για την σκοπιμότητα των έργων του άνω Αχελώου έχει εξαντληθεί σε ημερίδες και συνέδρια και έχουν γραφεί πολλά άρθρα και αναλύσεις, δυστυχώς μια μικρή ομάδα συμπολιτών μας, εξακολουθεί να προβάλλει ορισμένα  ερωτήματα ή/και κάποιες «θολές» προσεγγίσεις που αφορούν την τύχη των έργων.

Στα πλαίσια του σημερινού άρθρου μου και για να ενημερωθούν οι  φίλοι που μας παρακολουθούν, έκρινα ότι είναι χρήσιμο να επανέλθω (για άλλη μια φορά) σε μια από αυτές τις «γκρίζες» (για ορισμένους) ζώνες που σχετίζονται με την περιβαλλοντική – αναπτυξιακή διάσταση των έργων, αλλά και  στην προοπτική ολοκλήρωσης τους, όπως προβλέπεται στον «οδικό χάρτη» του ισχύοντος ήδη θεσμικού κειμένου της  2ης Αναθεώρησης του ΣΔΛΑΠ Θεσσαλίας.

Η περιβαλλοντική προστασία και η βιώσιμη ανάπτυξη, μαζί με την προϋπόθεση της κοινωνικής συνοχής, συνθέτουν ένα δύσκολο πρόβλημα ισορροπίας μεταξύ τους.

Στην περίπτωσή μας, τα έργα αυτά με τον πολλαπλό χαρακτήρα τους και την κατεξοχήν υδροενεργειακή σημασία τους, σαφώς και υπηρετούν τη βιώσιμη ανάπτυξη, χωρίς να υπολείπονται σε σημασία η γεωργική διάσταση και οι αναπτυξιακές δυνατότητες που έχουν.

Σε ό,τι αφορά στην «περιβαλλοντική διάσταση» τα πράγματα είναι απλά : Τα έργα αυτά επιβαρύνουν το περιβάλλον όσο και όλα τα υπόλοιπα ΥΗΕ έργα στη χώρα μας και τα χιλιάδες αντίστοιχα έργα στην Ευρώπη και τον πλανήτη.

Είναι όμως προφανής η ανάγκη να συνεννοηθούμε αν θέλουμε ενέργεια και πόση από τα ΥΗΕ, καθώς και τι θέλουμε για τη γεωργία. Εάν αποδεχθούμε τη λογική μιας γεωργίας ελλειμματικής σε νερό, τότε τα έργα θα λειτουργήσουν μόνο ως υδροηλεκτρικά. Εάν αποδεχθούμε όμως την ανάγκη κάλυψης του υδατικού ελλείμματος στη Θεσσαλία και την ιδέα προώθησης δυναμικών καλλιεργειών στον κάμπο, στο πλαίσιο μιας Εθνικής Στρατηγικής, τότε θα αξιοποιήσουν μικρό ποσοστό νερού (περίπου 15%) από τον ταμιευτήρα Συκιάς και θα καλύψουν πλήρως τις αγροτοδιατροφικές ανάγκες (σε συνθήκες οικονομικής και κλιματικής κρίσης).

Στη Θεσσαλία έχει ήδη σημειωθεί πρόοδος σε ό,τι αφορά στην εξοικονόμηση νερού, με τη συνειδητοποίηση από τους χρήστες-αγρότες της οικονομικής και περιβαλλοντικής αξίας του νερού.

Εντούτοις θα πρέπει να ενταθούν οι προσπάθειες στο μέλλον, τόσο με διαρκή ενημέρωση-εκπαίδευση και κίνητρα στους χρήστες (στάγδην, κλιματικά έξυπνη γεωργία), όσο και με διοικητικές και θεσμικές παρεμβάσεις (ενιαίος φορέας διαχείρισης, κ.α.).

Με βάση τα παραπάνω και προκειμένου να καταστεί δυνατή η επίτευξη των στόχων της ευρωπαϊκής Οδηγίας 2000/60, μεταξύ των οποίων και την επίτευξη ή διατήρηση της καλής κατάστασης στα επιφανειακά και υπόγεια υδατικά συστήματα του ΥΔ της Θεσσαλίας, χωρίς να υπονομεύεται η καλή κατάσταση στα αντίστοιχα του ΥΔ της Δυτικής Στερεάς Ελλάδας και προκειμένου να συνεχίσουν να εξυπηρετούνται με βιώσιμο τρόπο οι υφιστάμενες χρήσεις γης και ύδατος στο ΥΔ Θεσσαλίας, στα ΣΔΛΑΠ των Υδατικών Διαμερισμάτων Θεσσαλίας και Δυτικής Στερεάς Ελλάδας και ειδικότερα στα Προγράμματα Συμπληρωματικών Μέτρων, προβλέπεται ομάδα μέτρων που επιτρέπουν υπό προϋποθέσεις τη μεταφορά 250 εκατ. κ. μ. νερού σε ετήσια βάση από τη λεκάνη του Αχελώου στη λεκάνη του Πηνειού και από το Υδατικό Διαμέρισμα της Δυτικής Στερεάς Ελλάδας στο Υδατικό Διαμέρισμα Θεσσαλίας. 

Ειδικότερα, όπως προβλέπεται στον «οδικό χάρτη» του ισχύοντος ήδη θεσμικού κειμένου της  2ης Αναθεώρησης του ΣΔΛΑΠ Θεσσαλίας :  […προτείνεται η ένταξη της δυνατότητας μεταφοράς 250 εκατ. κ. μ. ανά έτος από τη ΛΑΠ Αχελώου στη ΛΑΠ Πηνειού στα προγράμματα συμπληρωματικών μέτρων των δύο ΣΔΛΑΠ(Δυτικής Στερεάς και Θεσσαλίας) ως ομάδα τεσσάρων διακριτών μέτρων :

Το πρώτο μέτρο αφορά την εκπόνηση – επικαιροποίηση μελετών για την περιβαλλοντική αδειοδότηση του έργου ταμίευσης στον Αχελώο που θα εξυπηρετεί τη μεταφορά νερού στον Πηνειό (ταμιευτήρας Συκιάς) και τα λοιπά τρία μέτρα αφορούν την υλοποίηση των τεχνικών έργων για τη μεταφορά των νερών του Αχελώου και την αξιοποίησή τους στο ΥΔ Θεσσαλίας.

Τα τρία αυτά μέτρα είναι υπό την αίρεση επιτυχούς ολοκλήρωσης του πρώτου προαναφερθέντος μέτρου και επομένως είναι δυνατό να ενεργοποιηθούν και υλοποιηθούν μόνο μετά την ολοκλήρωση των διαδικασιών και δράσεων επανανασχεδιασμού και επιτυχούς αδειοδότησης του έργο της Συκιάς.

Κατά συνέπεια τα τρία μέτρα της ομάδας που αφορούν την υλοποίηση τεχνικών έργων (φράγμα και ταμιευτήρας Συκιάς, σήραγγα Πετρωτού  Δρακότρυπας και δίκτυα διανομής επιφανειακού νερού στη Θεσσαλία) δύνανται να ενεργοποιηθούν μόνον όταν ολοκληρωθούν επιτυχώς και εγκριθούν :

α) οι τεχνικές μελέτες (υδραυλικές, γεωτεχνικές, τοπογραφικές και τυχόν άλλες αναγκαίες) σε επίπεδο προμελέτης για τον ανασχεδιασμό του έργου του ταμιευτήρα της Συκιάς στη βάση των αναγκών μεταφοράς 250 εκατ. κ. μ.,

β) νέα μελέτη κόστους – οφέλους επί του ανασχεδιασμένου έργου, καθώς και

γ) η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) που θα περιλαμβάνει τόσο Μελέτη Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης (ΜΕΟΑ) και Δέουσα Εκτίμηση Επιπτώσεων (ΔΕΕ) όσο και την μελέτηειδική έκθεση διερεύνησης της ανάλυσης συμβατότητας του ανασχεδιασμένου έργου με την Οδηγία Πλαίσιο για τα νερά (2000/60/ΕΚ) βάσει των διατάξεων του άρθρου 4.7 περί εξαιρέσεων, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές κατευθυντήριες οδηγίες του ΥΠΕΝ….]

Συμπερασματικά, όπως διαμορφώνεται η σημερινή πραγματικότητα και χωρίς να υποτιμούμε τις υπόλοιπες αναγκαίες παρεμβάσεις στη Θεσσαλία (πρόσθετα έργα ταμίευσης εντός της ΛΑΠ Πηνειού   όπως Πύλη, Μουζάκι, Καλούδα, Νεοχωρίτης, Αγιονέρι, Δελέρεια,  Μπελμάς, ρουφράκτης Τίτανου και αλλά μικρότερα),  η ολοκλήρωση των ημιτελών έργων του Άνω Αχελώου (Συκιά – σήραγγα) αποτελεί την ταχύτερη, την πιο οικονομική και την ορθολογική - βέλτιστη λύση σχετικά με την ανάκαμψη των υδατικών οικοσυστημάτων (κυρίως υπογείων) και την εξυπηρέτηση των σημερινών  υδατικών αναγκών της Θεσσαλίας.

*Γκούμας Κώστας, γεωπόνος, πρ. Δ/ντής Εγγείων Βελτιώσεων, πρ. πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/Κεντρικής Ελλάδας, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ

Πηγή: 
https://www.ypethe.gr